This blog has reached the end of Thanks all friends for all the years we have traveled in the world of music together. Goodbye!!!

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Roky Erickson-Don't Slander Me 1986



download


Το κειμενο εναι του Κώστας Σακκαλή

Στις αρχές του 1966 η λέξη «ψυχεδέλεια» ήταν ακόμα άγνωστη στο ευρύ κοινό και σίγουρα άσχετη με τη μουσική, οι Beatles είχαν ήδη κατακτήσει τον κόσμο και με το "Rubber Soul" ξεκινούσαν τις πραγματικά ποιοτικές δουλειές τους και στο Τέξας μπορούσαν να σε πυροβολήσουν αν ήσουν άντρας με μακριά μαλλιά ή κοπέλα με κοντή φούστα. Κι όμως το ημερολόγιο έγραφε Ιανουάριος του '66 όταν μία ηλεκτρική κανάτα, μία γρέζα κιθάρα και κυρίως μία λυσσασμένη φωνή ούρλιαζαν "You 're Gonna Miss Me" και συνέπαιρναν όλο το Austin.

13th Floor Elevators
Η ιστορία ξεκινάει στην πραγματικότητα λίγο πιο πριν, όταν ο Roger Kynarg Erickson αποφασίζει να εγκαταλείψει το συγκρότημά του, The Spades, στο οποίο έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε. Η πρόσκληση ήρθε ένα βράδυ από τον μεγαλύτερό του, Tommy Hall (o Roky ήταν 17 και ο Hall 22), όταν τον είδε στη σκηνή κάποιου τοπικού club. Αρχικά η ιδέα ήταν ότι ο 17χρονος θα συνδυαζόταν με ένα άλλο τοπικό συγκρότημα, τους Lingsmen, κάτω από την εποπτεία και καθοδήγηση του Hall. Ο τελευταίος, όμως, χωμένος βαθιά στην κουλτούρα του (νόμιμου ακόμα τότε) LSD αλλά και αρνητικός στο να κρατήσει έναν πιο παθητικό ρόλο, δε μπορούσε να συγκρατηθεί στις πρόβες του συγκροτήματος και, καθώς δε γνώριζε κάποιο όργανο, αυτοσχεδίασε με μία πήλινη κανάτα ως πνευστό (μέχρι τότε υπάρχει αντίστοιχο προηγούμενο μόνο σε skiffle μπάντες) και ένα μικρόφωνο, πράξη που μελλοντικά θα σήμαινε την πιο παράξενη και απόκοσμη ενορχήστρωση που θα μπορούσε να φανταστεί το rock. Έτσι διαμορφώθηκε η σύνθεση των 13th Floor Elevators, που εκτός των προαναφερθέντων, περιελάμβανε τους Benny Thurman, John Ike Walton και Stacy Sutherland, σε μπάσο, drums και κιθάρα αντίστοιχα.





Η σχετική τοπική επιτυχία τους επιβεβαιώνεται όταν ο παραγωγός Gordon Bynum τους καλεί να ηχογραφήσουν ένα 45άρι για τη νεοσύστατη εταιρία του. Αυτό θα είναι το θρυλικό "You 're Gonna Miss Me", ένα από τα τραγούδια που στιγμάτισαν τη δεκαετία και συμπεριλαμβάνεται σε κάθε αντίστοιχη λίστα που σέβεται τον εαυτό της. Στην πραγματικότητα, δεν αποτελεί νέα σύνθεση, αλλά τραγούδι που ο Erickson εκτελεί από την εποχή των Spades και μάλιστα είχε ήδη ηχογραφήσει μία εκδοχή του. Η εκδοχή των Elevators είναι όμως ασύγκριτη. Πέρα από τις αρχετυπικές garage κιθάρες των Erickson και Sutherland και τον απροσδιόριστο ρυθμό του jug του Hall, αυτό που κλέβει την παράσταση είναι τα πρωτο-punk αλλά με επιρροές από blues και soul φωνητικά του Erickson, που μπορούν να συγκριθούν σε φρενίτιδα μόνο με την ορμητική φυσαρμόνικα του ίδιου, που ουσιαστικά κλείνει το κομμάτι. Στην άλλη πλευρά του δισκίου περιλαμβανόταν η σύνθεση των Hall/Sutherland, "Tried To Hide".



Η μεγάλη επιτυχία του δίσκου στην περιοχή του Austin δε θα ξεφύγει της προσοχής της International Artists, που θα υπογράψει αμέσως το συγκρότημα και θα επανεκδώσει το single, σε ευρύτερη αγορά αυτή τη φορά, με αποτέλεσμα την επιτυχία του ακόμα και σε περιοχές εκτός Τέξας και κυρίως, ίσως, στον κόλπο του San Fransisco, που ήδη είχε αρχίσει να διαμορφώνεται ένας καλλιτεχνικός πυρήνας. Ο δίσκος που θα κυκλοφορήσει θα τιτλοφορείται "The Psychedelic Sounds Of The 13th Floor Elevators" και αυτό από μόνο του αποτελεί μία ολόκληρη ιστορία. Βλέπετε, το Νοέμβριο του 1966, όταν και κυκλοφόρησε, σημειώθηκε και η κυκλοφορία άλλων δύο δίσκων που συμπτωματικά (;) περιλαμβάνουν τη λέξη «psychedelic» στον τίτλο τους για πρώτη φορά. Είναι το "Psychedelic Lollipop" των Blues Magoos και το "Psychedelic Moods" των The Deep, με το τελευταίο πάντως να κερδίζει στο νήμα τα άτυπα πρωτεία. Για την ιστορία, η λέξη αυτή πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον ψυχίατρο Humphrey Osmond σε μία συζήτησή του με τον έτερο ερευνητή των παραισθησιογόνων ουσιών, Timothy Leary, σε μία προσπάθειά τους να περιγράψουν την επίδρασή τους στον άνθρωπο. Πρότεινε λοιπόν ο δεύτερος: «To make this mundane world sublime, take half a gram of phanerothyme», για να αποκριθεί ο πρώτος: «To fathom Hell or soar angelic, just take a pinch of psychedelic». Γιατί σας τα λέμε αυτά; Μα γιατί οι ψυχότροπες ουσίες και κυρίως το LSD θα γίνουν η καθημερινότητα του συγκροτήματος και θα παίξουν το ρόλο τους στην ιστορία του Roky (όπως κυκλοφορεί πλέον, συνδυάζοντας τα δύο ονόματά του).

Ο πιο αφοσιωμένος και μελετημένος χρήστης του LSD υπήρξε όπως είπαμε ο Tommy Hall και δεν έχασε την ευκαιρία να μετατρέψει το ντεμπούτο του συγκροτήματος σε ένα μικρό μανιφέστο υπέρ του LSD. Αυτό, συνεπικουρούμενο από τους, δικούς του συνήθως, far out στίχους προφανώς συνέβαλε στη διάδοση του άλμπουμ, αλλά, βεβαίως, η πραγματική του αξία βρίσκεται σε ύμνους όπως τα "Roller Coaster", "Reverberation", "Fire Engine" κτλ. Ο θρύλος θέλει τη συντοπίτισσα Janis Joplin να επηρεάζεται από το άλμπουμ αυτό και μάλιστα να θέλει να προσχωρήσει στο συγκρότημα πριν τελικά φύγει για το San Francisco. Πολλοί μάλιστα αναγνωρίζουν το στυλ του Erickson στο μετέπειτα τραγούδι της.

Τα προβλήματα με τα ναρκωτικά και με το νόμο έχουν ήδη ξεκινήσει. Σε μία επιδρομή στο σπίτι του Hall, όπου το συγκρότημα περνούσε τον καιρό του, συλλαμβάνονται για κατοχή μαριχουάνας. Στο Τέξας του τότε αυτό θα ήταν αρκετό για κάμποσα χρόνια πίσω από τα κάγκελα, αλλά τη γλιτώνουν από κάποιο γραφειοκρατικό λάθος. Συγκεκριμένα, στην αστυνομική αναφορά γράφτηκε ότι «μικρή ποσότητα του ναρκωτικού ελέγχθηκε», το οποίο παρεξηγήθηκε ως «μικρή ποσότητα του ναρκωτικού βρέθηκε». Τη γλίτωσαν με αναστολή. Όλα αυτά κάπου αποδείχθηκαν παραπάνω από ό,τι μπορούσε να αντέξει ο drummer Walton και ο μπασίστας Thurman, που αποχωρούν για να αντικατασταθούν από τους Danny Thomas και Dan Galindo αντίστοιχα.

Η δεύτερη δουλειά τους με τίτλο "Easter Everywhere" θεωρείται από πολλούς πιο μεστή και η πεμπτουσία του ήχου τους. Βουτάνε περισσότερο στην ψυχεδέλεια και απομακρύνονται από το garage, όπως αποδεικνύει και το 8λεπτο αριστούργημά τους, "Slip Inside This House". Η φωνή του Roky εξακολουθεί να μαγεύει με την ερμηνεία της και αν αυτό κάπου είναι ολοφάνερο είναι στην καταπληκτική διασκευή στο "It's All Over Now Baby Blue", που σε συνδυασμό με το συνεχές «σχολιασμό» της κιθάρας του Sutherland αναδεικνύει μία μελωδική υπόσταση του τραγουδιού, την οποία ίσως ούτε ο ίδιος ο συνθέτης της να μην είχε συνειδητοποιήσει. Και ενώ η επιτυχία τους χτυπάει την πόρτα, το ίδιο κάνει και η αστυνομία, που θεωρώντας τους στίχους τους επικίνδυνους δεν τους αφήνει σε ησυχία.



Όχι ότι και οι ίδιοι δεν πήγαιναν γυρεύοντας. Ειδικά οι Hall και Erickson είχαν χαθεί στην αναζήτηση μίας «ευρύτερης αντίληψης» και «επέκτασης του ασυνείδητου», με αποτέλεσμα η ενασχόλησή τους με τη μουσική να γίνεται όλο και αραιότερη. Το 1967 ο Erickson συλλαμβάνεται για κατοχή μαρχιουάνας (ένα τσιγάρο!) και αντιμετωπίζει ένα δίλημμα. Ή να δεχτεί να δικαστεί με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει τη συγκεκριμένη εποχή και στη συγκεκριμένη πολιτεία (μέχρι 10 χρόνια κάθειρξη) ή να δηλώσει ότι το LSD επηρέασε το μυαλό του (ίσως όχι απολύτως ψευδές) και να ενταχθεί σε ψυχιατρική κλινική για περαιτέρω θεραπεία. Οι δικηγόροι του επιλέγουν τη δεύτερη λύση και τότε είναι που τα πραγματικά προβλήματα ξεκινούν για τον ήρωά μας.

Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, ας κλείσουμε το κεφάλαιο 13th Floor Elevators. Παρόλο που το συγκρότημα έχει πρακτικά διαλυθεί, η International Artists θα κυκλοφορήσει ακόμα δύο δίσκους τους. Ο ένας τιτλοφορείται "Live" (1968) και είναι μία ελεεινή, αλλά συνηθισμένη προσπάθεια των δισκογραφικών τότε να εκμεταλλευτούν τη φήμη ενός συγκροτήματος. Αποτελείται λοιπόν από studio outtakes και εναλλακτικές ηχογραφήσεις, με προσθήκη ψεύτικων ήχων κοινού. O επόμενος δίσκος, με τίτλο "Bull Of The Woods", περιέχει ελάχιστη συνεισφορά από τον Erickson ή τον Hall και είναι ουσιαστικά μία solo δουλειά του Sutherland, αξιόλογη σε κάθε περίπτωση. Το "May The Circle Remain Unbroken" αποτελεί τη μοναδική σύνθεση αποκλειστικά του Erickson και, μέσα στο εφιαλτικό σκηνικό που σκιαγραφεί, αποτελεί ίσως τον καλύτερο κρίκο με τη solo καριέρα που θα αργήσει λίγο, αλλά θα έρθει. Να σημειώσουμε επίσης ότι η τραγική ζωή του Erickson συχνά επισκιάζει το εξίσου τραγικό τέλος του Sutherland, που μετά από χρόνια προβλήματα με χρήση σκληρών ναρκωτικών πυροβολήθηκε από τη γυναίκα του το 1978. Ο Τommy Hall ζει ακόμα στο Τέξας, εξίσου χαμένος σε έναν ψυχεδελικό κόσμο, τον οποίο εξακολουθεί να ασπάζεται.

Για την ιστορία, πολλά ακυκλοφόρητα τραγούδια και εναλλακτικές εκτελέσεις έδωσαν την ευκαιρία σε άπειρες συλλογές να εκδοθούν, οι περισσότερες εκ των οποίων δεν αξίζουν τον κόπο και δίνουν λάθος εικόνα του συγκροτήματος. Αν θέλετε να επενδύσετε κάπου, κάντε το σωστά, βρείτε το box set "The Psychedelic World Of The 13th Floor Elevators" που έχει τα πάντα.

Διανοητική πτώση και μουσική εξύψωση
H παραμονή του στην ψυχιατρική κλινική Rusk State Mental Hospital με διάγνωση σχιζοφρένειας θα κρατήσει μέχρι το 1972. Στη διάρκεια αυτή θα υποστεί αρκετά ηλεκτροσόκ, χορήγηση θοραζίνης και βάναυσες ψυχοθεραπείες, που μόνο τέτοιες δε θα αποδειχθούν, αφού στην πραγματικότητα θα καταστρέψουν το μυαλό του, αφήνοντάς τον σε πολύ χειρότερη κατάσταση από ό,τι ήταν όταν εισήλθε σε αυτήν.

Κατά τη παραμονή του στο ίδρυμα δε σταματάει να συνθέτει και ακόμα και να ηχογραφεί με την ακουστική του κιθάρα. Πολλές από αυτές τις ηχογραφήσεις θα δουν το φως της δημοσιότητας με την κυκλοφορία του δίσκου "Never Say Goodbye" το 1999. Φυσικά, οι εκτελέσεις στερούνται της ενορχήστρωσης που θα αποδείκνυε πώς ακριβώς τις είχε στο μυαλό του, αν και κάποιες θα μπορέσουν να επανηχογραφηθούν με κανονικό συγκρότημα στο μέλλον. Ακόμα κι έτσι όμως, η δύναμη των φωνητικών του χορδών, η συγκίνηση των συνθηκών ηχογράφησής τους αλλά και ο συνθετικός του οίστρος, που ουδέποτε τον εγκατέλειψε, κάνουν αυτές τις πρωτόλειες εκτελέσεις, που συχνά θυμίζουν τον Dylan των πρώτων δίσκων, υποβλητικές. Στις ηχογραφήσεις αυτές θα διαφανεί και ένα χαρακτηριστικό που θα είναι κυρίαρχο τουλάχιστον για τα επόμενα 10-15 χρόνια: Η εμμονή του με το μεταφυσικό και το εξωγήινο, απόρροια φυσικά της διανοητικής του κατάστασης.

Με την έξοδό του από την κλινική προσπαθεί να επανασυστήσει μία μορφή των 13th Floor Elevators μαζί με τον John Ike Walton. To εγχείρημα δεν προχωράει, όμως κατά πάσα πιθανότητα προλαβαίνει να ηχογραφηθεί το τραγούδι "The Interpreter" με αυτό το σχήμα, σε ζωντανή εκτέλεση, γεγονός που εξηγεί τη σύγχυση του να θεωρείται συχνά μέρος της δισκογραφίας τους σε bootleg εκδόσεις. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για τις πρώτες solo προσπάθειες του Erickson, που θα καταλήξουν στα πρώτα του singles της δεκαετίας του '70. Και είναι εξαιρετικά! Μακριά από το μουσικό ύφος των Elevators, αλλά με την ίδια (και παραπάνω) τρέλα στα φωνητικά, κινούνται κάπου μεταξύ πρώιμου punk, hard rock/heavy metal και blues. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζει λαμπρό το "Two Headed Dog (Red Temple Prayer)" (σε παραγωγή Doug Sahm των Sir Dougls Quintet), που είναι καταιγιστικό στο παίξιμό του και εφιαλτικό στη θεματολογία του - ενδεικτικά και τα δύο της ψυχολογίας του Erickson.

Το συγκρότημά του λέγεται πλέον Bleib Alien, που έχει διττό νόημα. Αποτελεί ταυτόχρονα αναγραμματισμό/παραπομπή στο Bible Alien αλλά και το Bleib Allein, που στα γερμανικά σημαίνει «παραμένω μόνος». Μετά από λίγο, η λέξη bleib κόβεται και ετοιμάζεται ο πρώτος δίσκος των Roky Erickson & The Aliens. Ο τίτλος του είναι "Evil One" για την Αμερική, αλλά και "I Think Of Demons" για την Αγγλία, γεγονός που εντείνει το μπέρδεμα στην ούτως ή άλλως απίστευτα μπερδεμένη δισκογραφία του. Την παραγωγή έχει αναλάβει ο Stu Cook των Creedence Clearwater Revival και είναι έτοιμος από το 1979, αλλά κυκλοφορεί το 1981. Σε μία ακόμα από τις περίεργες στροφές της σταδιοδρομίας του Erickson, μεταδίδει ο ίδιος σχεδόν ολόκληρο το δίσκο ως καλεσμένος σε ραδιοφωνική εκπομπή, πριν την επίσημη κυκλοφορία του. Ως αποτέλεσμα, κυκλοφορεί ακόμα μία έκδοση, πέραν από την επίσημη, συνήθως τιτλοφορούμενη απλώς με το όνομα του συγκροτήματος, η οποία και περιλαμβάνει αποσπάσματα από την εκπομπή. Η επανέκδοση της εταιρίας Sympathy For The Record Industry με τίτλο "The Evil One (Plus One)" περιέχει και τις δύο αυτές εκδοχές.

Μέσα από το "Evil One" αρχίζει να χτίζεται ο μύθος του Roky Erickson. Μουσικά η προσφορά του είναι αδιάψευστη. Τα "Two Headed Dog", "I Think Of Demons", "Bloody Hammer", "Stand For The Fire Demon", "I Walked With A Zombie", "Night Of The Vampire" και φυσικά "Cold Night For Alligators" είναι από τις ξεχωριστές στιγμές της καριέρας του. Αναδεικνύουν επιπλέον το προφίλ του βασανισμένου μυαλού του που βρίσκεται χαμένο κάπου ανάμεσα σε επιστημονική φαντασία, φτηνές ταινίες τρόμου και θρησκοληψία.




Παρόλο που η δεκαετία μουσικά ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, το «καμένο» μυαλό του Erickson διαρκώς χειροτέρευε, με αποκορύφωμα κάπου στο 1982, όταν και επίμονα ισχυριζόταν ότι το σώμα του έχει καταληφθεί από έναν Αρειανό. Ακόμα και έτσι όμως, στα μέσα της δεκαετίας (εν μέσω bootlegs και συλλογών) κυκλοφορούν δύο πολύ αξιόλογοι δίσκοι, οι οποίοι ουσιαστικά αποτελούν τη συνέχεια της επίσημης δισκογραφίας του. Το "Don't Slander Me" περιλαμβάνει κάποια τραγούδια που είχαν ηχογραφηθεί και στο παρελθόν, όπως τα "Bermuda" και "Starry Eyes". Έχει όμως και στιγμές που δε θα βρεθούν πουθενά αλλού, όπως το "Burn The Flames", η παρουσία του οποίου και μόνο εξυψώνει το άλμπουμ σε απαραίτητη προσθήκη. Κατά τα άλλα, το rock 'n' roll ύφος του δίσκου, με την κρύα '80s παραγωγή, ξενίζει λίγο και δεν ανταποκρίνεται στα επίπεδα του "Evil One". Αντίθετα, το "Gremlins Have Pictures", παρότι είναι λιγότερο ομοιογενές, εναλλάσσοντας περιόδους, συνοδευτικές μπάντες, ακόμα και ζωντανές ή στούντιο ηχογραφήσεις, δεν έχει ούτε μία αδύναμη στιγμή. Ουσιαστικά, από τη δεκαετία αυτή μόνο αυτά τα δύο έργα μπορούμε να κρατήσουμε ως προσθήκες στη δισκογραφία του.





H Ελπίδα
Γενικά η δεκαετία αυτή περνάει με τον Erickson λίγο πολύ να βουλιάζει στην ανυποληψία και να θεωρείται από τους περισσότερους καμένο χαρτί, με σποραδικές εμφανίσεις και ηχογραφήσεις να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται στα δισκοπωλεία, στις οποίες ο ίδιος έχει από μικρή έως ανύπαρκτη ανάμειξη. Το 1989 αναπτύσσει μία εμμονή με την αλληλογραφία (όχι τη δική του, γενικά) και κατηγορείται από τους γείτονές του ότι τους κλέβει τα γράμματα. Οι κατηγορίες τελικά αποσύρονται. Ο ερχομός της δεκαετίας του '90 όμως δείχνει κάποιο φως στον ορίζοντα. Καταρχήν, πολλά και καταξιωμένα συγκροτήματα αρχίζουν ανοιχτά να τον αναγνωρίζουν ως βασική επιρροή τους, ενώ κυκλοφορούν και άλμπουμ-φόροι τιμής στη δουλειά του, όπως το "Where The Pyramid Meets The Eye", με συμμετοχές από τους The Jesus And Mary Chain μέχρι τους ZZ Top του συντοπίτη και θαυμαστή του Billy Gibbons και από τους REM μέχρι τον Julian Cope. Επιπλέον, το 1993 σημαδεύεται από την πρώτη ζωντανή εμφάνιση του βετεράνου (πλέον) μουσικού στα Austin Music Awards, ενώ ο drummer των Butthole Surfers βάζει στόχο να επαναφέρει δισκογραφικά τον Roky, εκπληρώνοντας ταυτόχρονα και ένα όνειρό του, να παίξει με το ίνδαλμά του. Το "All That May Do My Rhyme", που προκύπτει με τη βοήθεια και των υπολοίπων μελών των Butthole Surfers, τυγχάνει θετικής υποδοχής, αν και πρόκειται για κάτι πολύ μακρινό από το παρελθόν του, με ακουστικές, σχεδόν country folk εκτελέσεις κυρίως ήδη γνωστών τραγουδιών. Χαιρετίζεται πάντως ως η επιστροφή του στην πραγματικότητα, καταφέρνει να του εξασφαλίσει ένα εισόδημα που του είχε λείψει μετά από την εκμετάλλευση και το «άρμεγμα» της προηγούμενης δεκαετίας, αν και το μυαλό του είναι αλήθεια ότι είχε μερικά βήματα ακόμα να κάνει προς τη σωστή κατεύθυνση.



Η επανένταξη
Το 1999, όπως προείπαμε, προκύπτει η συγκινητική αλλά και μουσικά ενδιαφέρουσα συλλογή "Never Say Goodbye". Το 2001, ο αδερφός του καταφέρνει να εξασφαλίσει τη νομική εκπροσώπησή του και ιδρύει έναν οργανισμό που διαχειρίζεται τα πνευματικά του δικαιώματα, τις περιπλοκές των συμβολαίων του αλλά και κυριότερα φροντίζει να του παρέχεται η καλύτερη ιατρική φροντίδα που είχε ποτέ, καταφέρνοντας να ελέγξει τις σχιζοφρενικές του τάσεις. Τέσσερα χρόνια μετά ο Roky Erickson είναι σε θέση να δώσει την πρώτη του ολοκληρωμένη συναυλία μετά από 20 χρόνια, στο γνωστό φεστιβάλ Austin City Limits. Συνεχίζει με μικρές περιοδείες και συναυλίες ανά τον κόσμο, ενώ το 2008 παίζει με δύο ήδη καταξιωμένα συγκροτήματα, τους Okkervil River και τους Black Angels. Με τους πρώτους φέτος κυκλοφόρησε και ένα εξαιρετικό άλμπουμ, μετά από 15 χρόνια δισκογραφικής απουσίας, και περιοδεύει εκ νέου. Περισσότερα για αυτό εδώ.



Happy End
Η ιστορία ενός επαναστατημένου νέου, που, πηγαίνοντας κόντρα στην κοινωνία που ζούσε, κάνει όλες τις λάθος επιλογές και τις πληρώνει ακριβά, μόνο και μόνο για να αναγεννηθεί από τις στάχτες του, μπορεί να ακούγεται σα σενάριο κακής αμερικάνικης ταινίας. Όμως αποδεδειγμένα η κοινωνία μας θέλει τους καλλιτέχνες της τραγικούς και βασανισμένους, σαν κάτι να της χρωστάνε και αυτή να είναι η πληρωμή της. Ο Roky Erickson δεν είναι απλά ένας μικρός rock 'n' roll μύθος, είναι μία από τις θεμέλιες πέτρες στις οποίες χτίστηκε όλη η φιλοσοφία του «rock τρόπου ζωής» αλλά και μία τρανή απόδειξη ότι κάποτε, όταν το rock ήταν ακόμα επικίνδυνο, πολεμήθηκε και μέτρησε τις απώλειές του σε ανθρώπινες ζωές. Ένα είναι το σίγουρο, το Σάββατο 4/12 θα είμαστε εκεί να προσκυνήσουμε μία από τις σημαντικότερες rock προσωπικότητες που έπαιξαν ποτέ στην Ελλάδα, ένα όνειρο που για πολλούς από εμάς έμοιαζε άπιαστο. Και μην ξεχάσετε στο τέλος να «click your fingers applauding the play»...

Κώστας Σακκαλής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου